- προχῶναι
- προχῶναι, αἱ,=A
γλουτοί 1
, Archipp.41.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
γλουτοί 1
, Archipp.41.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
προχώναι — οἱ, Α οι γλουτοί. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται μάλλον για κωμ. λ. αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. έχει προέλθει από συμφυρμό τών λ. κοχώνη «το μέρος μεταξύ τών σκελών και της έδρας, το περίνεο, γλουτός» και πρωκτός ή, κατ άλλη άποψη, από τη λ. κοχώνη … Dictionary of Greek